Ιστορική αναδρομή
Η Εβραϊκή Κοινότητα της Άρτας υπήρξε μία από τις παλαιότερες της Ελλάδος. Τις πρώτες πληροφορίες γι’ αυτήν τις αντλούμε από το «Οδοιπορικό» του Ισπανού περιηγητή ραβίνου Βενιαμίν μπεν Γιονά, ο οποίος ταξίδεψε στην Ελλάδα το 1173. Στο «Οδοιπορικό» αναφέρει ότι υπήρχαν εκεί 100 εβραϊκές οικογένειες που είχαν αναπτύξει θαυμαστή πνευματική και θρησκευτική δραστηριότητα. Η δραστηριότητα αυτή εντάθηκε την εποχή του «Δεσποτάτου της Ηπείρου», κατά την οποία ο Μιχαήλ Κομνηνός παραχώρησε στους Εβραίους ελευθερίες ώστε να αναπτυχθούν στον οικονομικό και πολιτιστικό τομέα.
Την ίδια περίοδο χτίστηκε η πρώτη Συναγωγή, η Γκρέκα, και λειτούργησε το εβραϊκό νεκροταφείο στη θέση «Πετροβούνι», στο λόφο Περάνθη, σε μια έκταση 10 στρεμμάτων, που παραχωρήθηκε από τη Θεοδώρα, σύζυγο του Μιχαήλ Κομνηνού. Η ανάπτυξη της οικονομικής ζωής των Εβραίων συνεχίστηκε μέχρι το 1346, οπότε υπέστησαν τον πρώτο διωγμό τους από τον Κράλη της Σερβίας Στέφανο Ντούσαν. Μετά την κατάκτηση της Άρτας από τους Τούρκους, το 1449, οι Εβραίοι έτυχαν θρησκευτικής και οικονομικής ελευθερίας. Λίγο αργότερα (1480-1494) η Εβραϊκή Κοινότητα ενισχύθηκε πληθυσμιακά από την εγκατάσταση εκεί Εβραίων από την Απουλία και την Καλαβρία, καθώς και Σεφαρδιτών Εβραίων που εξορίστηκαν από την Ισπανία (1492). Αυτοί αποτέλεσαν μία χωριστή Κοινότητα, ίδρυσαν τη Συναγωγή «Πουλιέζα», εβραϊκό σχολείο και φιλανθρωπικούς συλλόγους, δημιουργώντας παράλληλα έναν ευγενή ανταγωνισμό με τους ντόπιους Ρωμανιώτες Εβραίους. Οι Εβραίοι της πόλης ζούσαν στους συνοικισμούς «Όχθο», «Τσιμέντα» και «Ρολόι», που βρίσκονταν στο κέντρο της πόλης.
Επί Τουρκοκρατίας
Όταν ο Γάλλος αρχιτέκτων - μηχανικός Φουσερό επισκέφθηκε την Άρτα, το 1780, έγραψε ότι υπήρχαν 200 Εβραίοι. Το 1806 ο Πουκεβίλ ανέφερε ότι οι Εβραίοι της πόλης ήταν 1.000, ενώ ο Λικ ανέφερε ότι το 1807 ο αριθμός τους ήταν 50 άτομα. Με την απελευθέρωση της πόλης από τον τουρκικό ζυγό, στις 23 Ιουνίου του 1881, οι Εβραίοι διατήρησαν τη θρησκευτική και οικονομική τους ελευθερία και σε απογραφή της περιόδου εκείνης φαίνεται ότι αριθμούσαν 800 άτομα.
Οι Εβραίοι της Άρτας ήταν ευσεβείς, βαθιά θρησκευόμενοι, νομοταγείς και συμβίωναν ειρηνικά με τους Χριστιανούς συμπολίτες τους. Σχόλιο δημοσιογράφου στην εφημερίδα «Μη Χάνεσαι» του 1881 αναφέρει, μεταξύ άλλων: «...Εις Άρταν εκτός των Χριστιανών οικούσι σταθερώς πλείστοι Ισραηλίται, προθύμως και πιστώς εκπληρούντες πάσας τας υπό των νόμων πηγαζούσας διά τους πολίτας υποχρεώσεις. Εις τας Συναγωγάς αυτών, διέκρινα προσευχομένους ευζώνους, κομψώς και αρειμανίως φέροντας φουστανέλαν. Ήτο Ιουδαίοι στρατιώται... Εκ τούτων και εκ προσωπικής εμπειρίας μεταγενεστέρας, καταδήλως μαρτυρείται η αγαστή σύμπνοια ήτις επικρατεί μεταξύ Χριστιανών και Εβραίων εις την πόλιν. Των τελευταίων τούτων το εμπορικόν δαιμόνιον είναι πανθομολογούμενον...».
Κοινωνική ζωή
Οι επαγγελματικές ασχολίες των Εβραίων της Άρτας ήταν πολλές: Υπήρχαν 5-6 μεγάλα εμπορικά καταστήματα και άλλα μικρότερα εμπορικά, δερματοπωλεία, υαλοπωλεία, αλλά και επαγγελματίες φανοποιοί, γαλακτοπώλες, κρεοπώλες, γυρολόγοι και μοδίστρες. Υπήρχαν επίσης δύο εκπαιδευτικοί, ένας γιατρός κι ένας δημόσιος υπάλληλος. Το 1911 ιδρύθηκε μία μεγάλη εμπορική ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ιωχανάς-Γκανής-Χατζής & Σία», η οποία δέσποζε στην αγορά για πολλά χρόνια. Τα συνήθη επώνυμα των Εβραίων της Άρτας ήταν Μιωνής, Ιωχανάς, Σαμπάς, Ιερεμίας, Μιζάν, Ελιέζερ, Πολίτης, Κούλιας, Γκανής, Σούσης κ.ά.
Η Κοινότητα διατηρούσε εβραϊκό σχολείο, επί της οδού Φιλελλήνων, στην εβραϊκή συνοικία. Αποτελείτο από δύο μεγάλες αίθουσες: η μία χρησίμευε για αποθήκη τροφίμων και σιταριού (για διανομή στους απόρους το χειμώνα). Η άλλη αίθουσα χωριζόταν σε δύο μέρη, το ένα λειτουργούσε ως αίθουσα διδασκαλίας και το άλλο ως αίθουσα συνεδριάσεων και πολιτιστικών συγκεντρώσεων. Την ελληνική και εβραϊκή γλώσσα δίδασκαν δύο δάσκαλοι. Στο σχολείο φοιτούσαν Εβραίοι και μερικοί Χριστιανοί μαθητές. Για τις ανάγκες της Κοινότητας δημιουργήθηκε ένα ακόμη σχολείο. Την περίοδο της Μικρασιατικής καταστροφής τα δύο εβραϊκά σχολεία στέγασαν πρόσφυγες. Από το 1920 η Εβραϊκή Κοινότητα της Άρτας αναγνωρίστηκε ως «Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου» και συμμετείχε σε όλες τις δημόσιες εκδηλώσεις της πόλης. Κατά την απογραφή του 1939, η Κοινότητα αριθμούσε 500 περίπου μέλη, ενώ κατά τη Γερμανική Κατοχή είχε 384 Εβραίους.
Περίοδος Κατοχής
Τη νύχτα της 24ης Μαρτίου 1944 συνελήφθησαν από τους Ναζί οι περισσότεροι Εβραίοι και εκτοπίστηκαν στα χιτλερικά στρατόπεδα του θανάτου. Ελάχιστοι μπόρεσαν να διαφύγουν. Τραγική ήταν επίσης η τύχη μιας εβραϊκής οικογένειας που κρυβόταν στο χωριό Κομένο της Άρτας, όταν οι Γερμανοί σφάγιασαν τους 317 κατοίκους του, μεταξύ των οποίων και τον Ζακίνο Ιερεμία, 42 ετών, τη γυναίκα του Ευτυχία, 37 ετών και την κόρη τους Καίτη, 5 ετών. Με τη λήξη του Πολέμου επέστρεψαν από τα στρατόπεδα 30 όμηροι και άλλοι 28 Εβραίοι που πρόλαβαν να διαφύγουν στα γύρω χωριά. Η Κοινότητα είχε χάσει το 84% του πληθυσμού της. Η παλιά ρωμανιώτικη Συναγωγή «Γκρέκα» είχε σχεδόν καταστραφεί, καθώς και τα υπόλοιπα κοινοτικά κτίρια. Η Κοινότητα ήταν αποδιοργανωμένη και η περίθαλψη ανύπαρκτη. Οι Εβραίοι που επέζησαν άρχισαν να εγκαθίστανται σε άλλες πόλεις της Ελλάδος ή μετανάστευσαν στο εξωτερικό. Το 1959 η Κοινότητα διαλύθηκε και λίγο αργότερα το εβραϊκό νεκροταφείο απαλλοτριώθηκε, ενώ το οικόπεδο της Συναγωγής παραχωρήθηκε στο Δήμο.
Η Εβραϊκή Κοινότητα της Άρτας υπήρξε μία από τις παλαιότερες της Ελλάδος. Τις πρώτες πληροφορίες γι’ αυτήν τις αντλούμε από το «Οδοιπορικό» του Ισπανού περιηγητή ραβίνου Βενιαμίν μπεν Γιονά, ο οποίος ταξίδεψε στην Ελλάδα το 1173. Στο «Οδοιπορικό» αναφέρει ότι υπήρχαν εκεί 100 εβραϊκές οικογένειες που είχαν αναπτύξει θαυμαστή πνευματική και θρησκευτική δραστηριότητα. Η δραστηριότητα αυτή εντάθηκε την εποχή του «Δεσποτάτου της Ηπείρου», κατά την οποία ο Μιχαήλ Κομνηνός παραχώρησε στους Εβραίους ελευθερίες ώστε να αναπτυχθούν στον οικονομικό και πολιτιστικό τομέα.
Την ίδια περίοδο χτίστηκε η πρώτη Συναγωγή, η Γκρέκα, και λειτούργησε το εβραϊκό νεκροταφείο στη θέση «Πετροβούνι», στο λόφο Περάνθη, σε μια έκταση 10 στρεμμάτων, που παραχωρήθηκε από τη Θεοδώρα, σύζυγο του Μιχαήλ Κομνηνού. Η ανάπτυξη της οικονομικής ζωής των Εβραίων συνεχίστηκε μέχρι το 1346, οπότε υπέστησαν τον πρώτο διωγμό τους από τον Κράλη της Σερβίας Στέφανο Ντούσαν. Μετά την κατάκτηση της Άρτας από τους Τούρκους, το 1449, οι Εβραίοι έτυχαν θρησκευτικής και οικονομικής ελευθερίας. Λίγο αργότερα (1480-1494) η Εβραϊκή Κοινότητα ενισχύθηκε πληθυσμιακά από την εγκατάσταση εκεί Εβραίων από την Απουλία και την Καλαβρία, καθώς και Σεφαρδιτών Εβραίων που εξορίστηκαν από την Ισπανία (1492). Αυτοί αποτέλεσαν μία χωριστή Κοινότητα, ίδρυσαν τη Συναγωγή «Πουλιέζα», εβραϊκό σχολείο και φιλανθρωπικούς συλλόγους, δημιουργώντας παράλληλα έναν ευγενή ανταγωνισμό με τους ντόπιους Ρωμανιώτες Εβραίους. Οι Εβραίοι της πόλης ζούσαν στους συνοικισμούς «Όχθο», «Τσιμέντα» και «Ρολόι», που βρίσκονταν στο κέντρο της πόλης.
Επί Τουρκοκρατίας
Όταν ο Γάλλος αρχιτέκτων - μηχανικός Φουσερό επισκέφθηκε την Άρτα, το 1780, έγραψε ότι υπήρχαν 200 Εβραίοι. Το 1806 ο Πουκεβίλ ανέφερε ότι οι Εβραίοι της πόλης ήταν 1.000, ενώ ο Λικ ανέφερε ότι το 1807 ο αριθμός τους ήταν 50 άτομα. Με την απελευθέρωση της πόλης από τον τουρκικό ζυγό, στις 23 Ιουνίου του 1881, οι Εβραίοι διατήρησαν τη θρησκευτική και οικονομική τους ελευθερία και σε απογραφή της περιόδου εκείνης φαίνεται ότι αριθμούσαν 800 άτομα.
Οι Εβραίοι της Άρτας ήταν ευσεβείς, βαθιά θρησκευόμενοι, νομοταγείς και συμβίωναν ειρηνικά με τους Χριστιανούς συμπολίτες τους. Σχόλιο δημοσιογράφου στην εφημερίδα «Μη Χάνεσαι» του 1881 αναφέρει, μεταξύ άλλων: «...Εις Άρταν εκτός των Χριστιανών οικούσι σταθερώς πλείστοι Ισραηλίται, προθύμως και πιστώς εκπληρούντες πάσας τας υπό των νόμων πηγαζούσας διά τους πολίτας υποχρεώσεις. Εις τας Συναγωγάς αυτών, διέκρινα προσευχομένους ευζώνους, κομψώς και αρειμανίως φέροντας φουστανέλαν. Ήτο Ιουδαίοι στρατιώται... Εκ τούτων και εκ προσωπικής εμπειρίας μεταγενεστέρας, καταδήλως μαρτυρείται η αγαστή σύμπνοια ήτις επικρατεί μεταξύ Χριστιανών και Εβραίων εις την πόλιν. Των τελευταίων τούτων το εμπορικόν δαιμόνιον είναι πανθομολογούμενον...».
Κοινωνική ζωή
Οι επαγγελματικές ασχολίες των Εβραίων της Άρτας ήταν πολλές: Υπήρχαν 5-6 μεγάλα εμπορικά καταστήματα και άλλα μικρότερα εμπορικά, δερματοπωλεία, υαλοπωλεία, αλλά και επαγγελματίες φανοποιοί, γαλακτοπώλες, κρεοπώλες, γυρολόγοι και μοδίστρες. Υπήρχαν επίσης δύο εκπαιδευτικοί, ένας γιατρός κι ένας δημόσιος υπάλληλος. Το 1911 ιδρύθηκε μία μεγάλη εμπορική ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ιωχανάς-Γκανής-Χατζής & Σία», η οποία δέσποζε στην αγορά για πολλά χρόνια. Τα συνήθη επώνυμα των Εβραίων της Άρτας ήταν Μιωνής, Ιωχανάς, Σαμπάς, Ιερεμίας, Μιζάν, Ελιέζερ, Πολίτης, Κούλιας, Γκανής, Σούσης κ.ά.
Η Κοινότητα διατηρούσε εβραϊκό σχολείο, επί της οδού Φιλελλήνων, στην εβραϊκή συνοικία. Αποτελείτο από δύο μεγάλες αίθουσες: η μία χρησίμευε για αποθήκη τροφίμων και σιταριού (για διανομή στους απόρους το χειμώνα). Η άλλη αίθουσα χωριζόταν σε δύο μέρη, το ένα λειτουργούσε ως αίθουσα διδασκαλίας και το άλλο ως αίθουσα συνεδριάσεων και πολιτιστικών συγκεντρώσεων. Την ελληνική και εβραϊκή γλώσσα δίδασκαν δύο δάσκαλοι. Στο σχολείο φοιτούσαν Εβραίοι και μερικοί Χριστιανοί μαθητές. Για τις ανάγκες της Κοινότητας δημιουργήθηκε ένα ακόμη σχολείο. Την περίοδο της Μικρασιατικής καταστροφής τα δύο εβραϊκά σχολεία στέγασαν πρόσφυγες. Από το 1920 η Εβραϊκή Κοινότητα της Άρτας αναγνωρίστηκε ως «Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου» και συμμετείχε σε όλες τις δημόσιες εκδηλώσεις της πόλης. Κατά την απογραφή του 1939, η Κοινότητα αριθμούσε 500 περίπου μέλη, ενώ κατά τη Γερμανική Κατοχή είχε 384 Εβραίους.
Περίοδος Κατοχής
Τη νύχτα της 24ης Μαρτίου 1944 συνελήφθησαν από τους Ναζί οι περισσότεροι Εβραίοι και εκτοπίστηκαν στα χιτλερικά στρατόπεδα του θανάτου. Ελάχιστοι μπόρεσαν να διαφύγουν. Τραγική ήταν επίσης η τύχη μιας εβραϊκής οικογένειας που κρυβόταν στο χωριό Κομένο της Άρτας, όταν οι Γερμανοί σφάγιασαν τους 317 κατοίκους του, μεταξύ των οποίων και τον Ζακίνο Ιερεμία, 42 ετών, τη γυναίκα του Ευτυχία, 37 ετών και την κόρη τους Καίτη, 5 ετών. Με τη λήξη του Πολέμου επέστρεψαν από τα στρατόπεδα 30 όμηροι και άλλοι 28 Εβραίοι που πρόλαβαν να διαφύγουν στα γύρω χωριά. Η Κοινότητα είχε χάσει το 84% του πληθυσμού της. Η παλιά ρωμανιώτικη Συναγωγή «Γκρέκα» είχε σχεδόν καταστραφεί, καθώς και τα υπόλοιπα κοινοτικά κτίρια. Η Κοινότητα ήταν αποδιοργανωμένη και η περίθαλψη ανύπαρκτη. Οι Εβραίοι που επέζησαν άρχισαν να εγκαθίστανται σε άλλες πόλεις της Ελλάδος ή μετανάστευσαν στο εξωτερικό. Το 1959 η Κοινότητα διαλύθηκε και λίγο αργότερα το εβραϊκό νεκροταφείο απαλλοτριώθηκε, ενώ το οικόπεδο της Συναγωγής παραχωρήθηκε στο Δήμο.